Σκόρπιες Μνήμες και Σκέψεις
|
|
|
|
Είχα την τύχη να περάσω πολλά καλοκαίρια στον Κάμπο (αρκετά και στον Γαβαθά) αφού από τότε που θυμάμαι τον κόσμο
, μέχρι και που έφτασα στην ηλικία των 26, ίσως και παραπάνω, κάθε χρόνο ήμουν εκεί.
Μόνο το καλοκαίρι του 1989 δεν πήγα, λόγω στρατιωτικών υποχρεώσεων, οι οποίες δεν με άφησαν να βγω ούτε μια μέρα στους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Βέβαια από το 1991 και μετά, πήγαινα για λίγες μέρες και κυρίως Σάββατο και Κυριακή. Ζώντας λοιπόν εκεί, γνώρισα και τις παλιότερες γενιές αλλά και τις νεότερες.
Μίλησα για τύχη παραπάνω. Πραγματικά θεωρώ πως ήταν μεγάλη τύχη να ζήσω εκεί αυτά τα χρόνια και επίσης να κάνω παρέα με τα συγκεκριμένα παιδιά που έκανα. Είχα την τύχη να κάνω πολύ καλούς φίλους, να γελάσω απίστευτα, να διασκεδάσω, να ερωτευθώ. Είχα την τύχη να παίζω ποδόσφαιρο στον Κάμπο και στον Γαβαθά μαζί με τους τρεις καλύτερους ποδοσφαιριστές που έβγαλε ποτέ η Άντισσα. Γενικά – και για να μην τα πολυλογώ - πιστεύω πως αυτά τα χρόνια ήταν εκείνα στα οποία η τύχη μου πρόσφερε απλόχερα ένα τεράστιο χαμόγελο! Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε, πως όποτε βρεθώ με κάποιον από αυτούς που ήμασταν παρέα τότε, αρκεί μια ματιά κι ένα χαμόγελο και ξέρω πως αμέσως θυμάται ο ένας τα κατορθώματα του άλλου, χωρίς να πούμε τίποτα…
Ακόμα πιστεύω πως ένας τόπος όσο και φυσική ομορφιά να έχει, για να σου κεντρίζει την μνήμη και να το θυμάσαι νοσταλγικά, δεν φτάνει αυτή από μόνη της. Η παρέα είναι αυτή που παίζει τον κυρίαρχο ρόλο. Ο ίδιος ο άνθρωπος δηλαδή!
Θυμάμαι για πολλά χρόνια και τον Γαβαθά και τον Κάμπο, χωρίς ρεύμα. Πρώτα ήρθε το ρεύμα στον Γαβαθά και μετά από έναν χρόνο ή δύο, ήρθε και στον Κάμπο, αν δεν κάνω λάθος. Μέχρι τότε καθόμασταν τα βράδια με λάμπα και όταν ήμασταν σε τρελά κέφια ανάβαμε και το λουξ. Τέτοιο είχε και στα καφενεία. Στον Κάμπο είχε τότε γειτονιές και οι άνθρωποι μαζευόταν την νύχτα σε μία από τις κούλες της γειτονιάς και κάνανε παρέα, μιλούσαν και περνούσαν την ώρα τους, πριν πάνε για ύπνο. Κάτω από κάθε σκάλα είχε μια θυρίδα τετράγωνη και αυτή ήταν η θέση για την λάμπα, έτσι ώστε να έχει προφύλαξη από τον αέρα και να μην σβήνει.
Η κατάψυξη κάθε σπιτιού ήταν το πηγάδι και η συντήρηση το υπόγειο. Στο πηγάδι κατεβάζαμε με ένα καλάθι το κρέας για να διατηρηθεί ή τις μπύρες για να είναι παγωμένες όταν θα τις ανοίξουμε για να τις πιούμε.
Το μαγείρεμα γινόταν στα ξύλα τις περισσότερες φορές και τα υλικά για αυτό υπήρχαν μπροστά στα πόδια μας κυριολεκτικά, στον μπαξέ, απ’ όπου τα κόβαμε ολόφρεσκα. Για φρούτα δεν συζητάμε. Δεν υπήρχε μεγαλύτερη απόλαυση να ξυπνήσεις πολύ πρωί και να βγεις μια βόλτα στο περιβόλι με την δροσιά. Να κάνεις ένα περίπατο και να φας ότι φρούτο θέλεις. Σταφύλι, σύκο, αχλάδι, ροδάκινο…
Το σιδέρωμα γινόταν με σίδερο από κάρβουνα, το λούσιμο με ζεστό νερό από την κατσαρόλα ή από τον ήλιο, το μπάνιο ήταν μια μεγάλη περιπέτεια που καλό είναι να μην την αναλύσουμε εδώ…
Μεγάλη περιπέτεια αλλά ταυτόχρονα και ιεροτελεστία ήταν και η μετακόμιση από και προς το χωρίο. Το γνωστό σνουπαρτό ή ξισνουπαρτό. Οι πιο πολλές συγκινήσεις ήταν στο πρώτο όμως. Στο σνουπαρτό . Στην μετακίνηση δηλαδή από το χωριό προς τον Κάμπο. Εκεί, άνθρωποι, αντικείμενα (κατούνια) και κότες μπαίναμε όλοι μαζί σε ένα αγροτικό αυτοκίνητο (παλιότερα σε τρακτέρ κι ακόμα παλιότερα πάνω στο γαιδούρι) και ξεκινούσαμε. Όταν δε φτάναμε με το καλό στον Κάμπο, θέλαμε περίπου πέντε μέρες να φτιάξουμε την κούλα και την γύρω από αυτήν περιοχή ώστε να μπορούμε να κατοικήσουμε. Έπρεπε να βγουν όλα τα χόρτα, να καθαριστούν τα δωμάτια, να ασβεστωθούν οι χώροι, να γίνουν επικές μάχες με τους αρουραίους προκειμένου να τους πείσουμε να ξεσπιτωθούν , να τακτοποιηθούν τα κατούνια, να βρεθεί μέσα από το υπόγειο το ποδήλατο και να φτιαχτεί (ο καθένας είχε τον πόνο του) και πολλά άλλα προκειμένου το μέρος όπως είπα και πριν, να γίνει κατοικήσιμο.
Η μόνη επικοινωνία με τον έξω κόσμο ήταν το ραδιόφωνο, στα μεσαία κύματα και το οποίο λειτουργούσε φυσικά με μπαταρίες.
Αργότερα ήρθε το ρεύμα. Κάποιος από τους φίλους μου απέκτησε κασετόφωνο και το δανειζόμασταν πότε ο ένας και πότε ο άλλος για να ακούσουμε τις δύο ή τρεις κασέτες που είχαμε. Την πρώτη δική μου θυμάμαι πως την αγόρασα στο πανηγύρι της Λιώτας, 23-8-1981.
Η κούλα στον Κάμπο, είναι αρκετά μακριά από την θάλασσα και για πολλά χρόνια πηγαίναμε για μπάνιο με τα πόδια, διασχίζοντας δρόμους, αυλές, κτήματα, αμπέλια και εκτάσεις με άμμο. Υπολογίζω πως η απόσταση που διανύαμε για να πάμε, ήταν αρκετά μεγαλύτερη από χιλιόμετρο. Ίσως να ήταν και κοντά δύο χιλιόμετρα. Φυσικά μετά υπήρχε και η επιστροφή. Στον δρόμο συναντούσαμε πάντα και άλλες παρέες που είχαν κι αυτές πορεία για την θάλασσα. Πότε συναντούσαμε ανθρώπους σε διασταυρώσεις, πότε πεταγόταν κάποιος μέσα από ένα αμπέλι, στο οποίο τσιμπολογούσε σταφύλια και πότε κατεβάζαμε κανέναν από κάποια συκιά, στην οποία είχε ανέβει για να πάρει το πρόγευμα του… Έτσι ενώ ξεκινούσαμε τρία άτομα σαν παρέα για την θάλασσα, μπορεί να φτάναμε και δέκα ή δώδεκα μαζί!
Όποτε επισκεφθώ τον Κάμπο αισθάνομαι να πλημμυρίζω από συναισθήματα. Άλλες φορές θετικά, άλλες αρνητικά. Όπως το δει ο καθένας… Αυτό που μένει σταθερό όμως είναι οι εικόνες. Μιλάω για εικόνες ανθρώπων. Αυτές τις βλέπω πάντα!
Πάντα βλέπω τους φίλους μου, τους γείτονες, τους ανθρώπους που ζούσαν αυτά τα χρόνια εκεί. Το παράξενο δεν είναι όμως πως τους βλέπω μόνο αλλά πολλές φορές τους ακούω κιόλας… Είμαι άσχημα γιατρέ;
Έτσι κάθε φορά που θα κάνω έναν περίπατο στον Κάμπο, στον κεντρικό δρόμο, στον ποταμό, σε κάποιες κούλες ή μέσα σε κάποια κτήματα θα «παρατηρήσω» διάφορα… Σε ένα μέρος θα δω κάποιον να τρέχει καβάλα στο ποδήλατο ή να είναι ξάπλα και οι δύο τους στο χώμα μέσα σε ένα σύννεφο σκόνης, σε άλλο θα δω κάποιον να κλωτσάει (μαζί με μια φτυαριά χώμα) την μπάλα, αλλού πάω πιο προσεκτικά γιατί περιμένω πως θα κάνει την εμφάνιση του πάνω από την ελιά κάποιος από την παρέα να μου πετάξει τσεκούρι, επηρεασμένος από τον Μπλεκ, τον λοχαγό Μαρκ ή τον Θλιμμένο Μπούφο που διάβαζε λίγο πριν, σε άλλο μέρος θα δω κάποιον να είναι σκαρφαλωμένος σε μια καρυδιά προσπαθώντας να ανεβάσει πάνω μια κεραία εκπομπής , αλλού θα δω την ίδια προσπάθεια αλλά με άλλον πρωταγωνιστή και σε άλλο δέντρο, λεύκα για την ακρίβεια, αλλού θα δω τον φίλο μου να τρέχει με την φοράδα του, την Αστραπή και να πηδάει πάνω από το ζώο για να κρεμαστεί με τα χέρια σε κάποια ελιά, αλλού θα ακούσω ωδές του στυλ «ω θάλασσα κυματούσα και στον αφρό … αφρούσα» ή «ω Τσιέφος με τις βελανιδιές» αλλού βλέπω στύλο της Δ.Ε.Η. που η λάμπα του, μετά από αρκετά μπουκάλια μπύρας, είχε ονομαστεί … ήλιος και γενικά δεν μπορώ να πω πως νιώθω μοναξιά όποτε κάνω μια βόλτα σ’ αυτό το μέρος. Απορώ με κάποιους που διαδίδουν πως δεν έχει κόσμο! Πάντα και παντού υπάρχουν «πράγματα» αρκεί να θέλεις να τα δεις…
Πληροφοριακά, αν είχα την δυνατότητα να μείνω στον Κάμπο και σήμερα, δεν θα με «χαλούσε» καθόλου. Το αντίθετο. Είναι όνειρο ζωής! Κι ας μην υπάρχουν πια (στην πραγματικότητα) οι τότε παρέες ή τουλάχιστον οι περισσότερες από αυτές. Σήμερα θα το έκανα για άλλους λόγους. Για την ηρεμία, την ησυχία, την φυσική ζωή, την καθαρή θάλασσα, την μαγεία του τοπίου αλλά πιο πολύ απ’ όλα για να ξεκουραστεί λίγο το μυαλό μου και για να φύγει όλη αυτή η φασαρία που αισθάνομαι να υπάρχει μέσα στο κεφάλι μου!
Τελικά, μάλλον είμαι άσχημα γιατρέ…
Είναι από τις φορές που μπορώ να κάνω από μόνος μου πετυχημένη διάγνωση, ξέρω την θεραπεία, όμως δεν μπορώ να την ακολουθήσω!
Καλό καλοκαίρι σε όλους!!!
1 files, last one added on Nov 23, 2024 Album viewed 0 times
|
|
ΣΚΙΟΥΡΟΣ Η ΓΑΛΙΑ
|
|
|
|
Ανήκει στην τάξη των τρωκτικών και στην ομοταξία των θηλαστικών. Ζει σε όλους τις ηπείρους της γης εκτός από την Αυστραλία. Είναι ο γνωστός σε όλους μας σκίουρος.
Η πανίδα της Λέσβου έχει την τύχη όμως να περιλαμβάνει ένα είδος του, το οποίο δεν απαντάει όχι μόνο σε άλλο σημείο της χώρας, αλλά ούτε ολόκληρης της Ευρώπης. Υπάρχει όμως σε αφθονία στην Ασία. Από τα παράλια μέχρι και το Ιράν. Αυτός είναι και ο λόγος που ο συγκεκριμένος σκίουρος ονομάζεται Ασιατικός. Στην ντοπιολαλιά του νησιού είναι γνωστός ως γαλιά.
Ένα ζώο πολύ όμορφο θα έλεγα, κοινωνικό και με εξαιρετικές ακροβατικές ικανότητες. Το έχω δει να είναι κάθετα πάνω σε τοίχο και να στηρίζεται στο ένα πόδι, το έχω δει στην ίδια θέση να κρέμεται, μόνο με την ουρά να ακουμπάει στον τοίχο. Μία ουρά φουντωτή, η οποία τον βοηθάει να ισορροπεί αλλά ταυτόχρονα την χρησιμοποιεί και σαν πηδάλιο.
Είναι αρκετά δραστήριος και τον συναντάμε όλες τις ώρες της ημέρας αλλά περισσότερο νωρίς την αυγή ή κατά το σούρουπο.
Την φωλιά του την φτιάχνει συνήθως στα δέντρα, μέσα σε τρύπες που βρίσκει εκεί. Να πω δε πως είναι ένα ζώο που θα το δεις όλες τις εποχές του έτους, αφού δεν πέφτει σε χειμερία νάρκη.
Τρέφεται με βελανίδια, αμύγδαλα, καρύδια, φύλλα, ελιές, σπόρους, φρούτα αλλά και βλαστούς.
Ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι να αποθηκεύει τροφή για τις δύσκολες μέρες. Εκτός από την φωλιά όμως, η πιο συνηθισμένη αποθήκευση είναι να τα καταχωνιάζει μέσα στο έδαφος. Έτσι βάζει μέσα στο χώμα σπόρους αλλά και καρπούς και τα σκεπάζει. Επειδή όμως πολλές φορές ξεχνάει και δεν θυμάται που τα έβαλε, αυτά μένουν μέσα στην γη και την άνοιξη, φυτρώνουν. Παίζει δηλαδή σημαντικό ρόλο και στην αναδάσωση της Λέσβου.
Στον Κάμπο είναι μια πολύ συνηθισμένη φιγούρα την οποία θα δεις κυρίως πάνω σε αμυγδαλιές και καρυδιές να ψάχνει τροφή, σε ελιές αλλά και στο έδαφος να τρέχει από εδώ κι από εκεί. Πρόκειται για ένα πολύ έξυπνο ζώο, το οποίο αν θέλει, είναι ικανό να κρύβεται τέλεια, ακόμα κι αν είσαι στο ένα μέτρο απόσταση από αυτό και βρίσκεται πάνω σε μία ελιά, για παράδειγμα.
Στα δικά μας παιδικά χρόνια, το ζώο αυτό, είναι αλήθεια ότι πέρασε δύσκολες ώρες από τα χέρια μας. Κυνηγήθηκε έντονα αλλά κατάφερε να επιβιώσει. Δεν ήμασταν μόνο εμείς βέβαια. Ο σκίουρος άλλωστε έχει κι αυτός τους φυσικούς εχθρούς του, τα διάφορα άλλα σαρκοφάγα του εδάφους αλλά και τα αρπαχτικά του αέρα.
Από την άλλη πλευρά όταν είσαι αγρότης και περιμένεις να μαζέψεις την σοδιά σου για να ζήσεις, δεν είναι κι ότι καλύτερο να σου τύχουν πολλές γαλιές στην περιοχή, γιατί το μόνο που θα βρεις από τα αμύγδαλα και τα καρύδια στο τέλος είναι τα τσόφλια. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο αυτό το ζώο κυνηγήθηκε.
Ένα σούρουπο, η εικόνα μιας γαλιάς που ξεψυχούσε μπροστά στα πόδια μου, ήταν ικανή για να με κάνει να αλλάξω γνώμη αλλά και συμπεριφορά σ’ αυτό το ζώο. Δεν ξέρω αν ήταν η εκατοστή ή η διακοσιοστή που το πάθαινε από μένα. Αυτό που ξέρω είναι το πώς αισθάνθηκα αυτή την ώρα… Από τότε μου αρκούσε απλά να την βλέπω να μας «κλέβει» και να την καμαρώνω όταν χοροπηδούσε πάνω στα δέντρα και στο χώμα του Κάμπου. Άκουσα βέβαια διάφορα… κοσμητικά επίθετα για αυτή μου την στάση, αλλά δεν μετάνιωσα ποτέ. Μέχρι και σήμερα αν δω κάποια, θα σταματήσω να την χαζέψω για αρκετή ώρα, αν θέλει κι αυτή βέβαια…
Ελπίζω πως τα τελευταία χρόνια, θα έχει βρει την ησυχία του το ζώο αυτό, στον Κάμπο μας τουλάχιστον, γιατί δεν μπορώ να ξέρω τι συμβαίνει στις άλλες περιοχές του νησιού.
Ίσως η μοίρα του Ασιατικού σκίουρου ή γαλιάς είναι να κυριαρχήσει στον Κάμπο. Αν το καταφέρει, μαγκιά του. Άλλωστε το αξίζει...
Θεολόγος
1 files, last one added on Nov 23, 2024 Album viewed 0 times
|
|
ΤΟ ΡΟΝΤΕΟ, ΟΙ ΛΑΓΟΔΡΟΜΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΤΡΕΣ!
|
|
|
|
Εντός της μεγάλης ομάδας του Κάμπου, υπήρχαν και δύο αδέλφια με τα οποία έκανα πολύ παρέα σαν παιδί, τόσο εκεί, όσο και στο χωριό όπου ήμασταν γείτονες για κάποια χρόνια. Ηλικιακά είχαν ένα χρόνο διαφορά μεταξύ τους.
Το σπίτι που έμεναν τότε στον Κάμπο, η κούλα, ήταν στον κεντρικό δρόμο και κοντά στο επίκεντρο των γεγονότων. Για την ακρίβεια ήταν… το ίδιο το επίκεντρο, για κάποια χρόνια.
Γύρω από το σπίτι αυτό χρησιμοποιούσαμε τρία ελαιοκτήματα για γήπεδα, κατά καιρούς. Έξω από αυτό γινόταν όλες οι κόντρες και οι σούζες με τα ποδήλατα. Μπροστά στην είσοδο πραγματοποιούσαμε διάφορες συσκέψεις προκειμένου να λύσουμε τα τότε σοβαρά προβλήματα μας.
Οι πιο μεγάλες ομορφιές όμως διαδραματιζόταν εντός του σπιτιού και της αυλής. Μία αυλή αρκετά μεγάλη, που στο πρώτο μισό της είχε σκληρό και πατημένο χώμα σαν τσιμέντο και στα ενδότερα είχε μαλακό. Εκεί, στο δεύτερο μισό ήταν και τα διάφορα ζώα της οικογένειας.
Τον πιο μικρό από τους δύο αδελφούς, τον θυμάμαι να κάνει πολλά απογεύματα ροντέο με το γαϊδούρι και να είναι συνέχεια με μελανιές και τραυματισμούς από τις πτώσεις, οι οποίες είναι αλήθεια ότι είχαν μεγάλη ποικιλία. Πότε έπεφτε στο πλάι, πότε περνούσε μπροστά από το κεφάλι του γαϊδουριού, πότε έπεφτε με την πλάτη, πότε με τα μούτρα και μια φορά έπεσε σε μια στάση που δυσκολεύομαι να την περιγράψω, με μπερδεμένα άνω άκρα, κάτω άκρα και το κεφάλι κάπου ενδιάμεσα και βέβαια αφού λίγο πριν και για δευτερόλεπτα, έβλεπε τον κόσμο από… πολύ ψηλά! Ο φίλος μου είχε αρκετό χιούμορ. Για το ζώο πάλι δεν μπορώ να πω το ίδιο και έτσι δεν δεχόταν με τίποτα να το κάνεις καβάλα χωρίς σαμάρι.
Ακόμα και μ’ αυτό το τελευταίο όμως, για να είσαι σίγουρος για την πορεία που θα εκτελέσεις, θα πρέπει να το δέσεις καλά πριν ξεκινήσεις. Να δέσεις δηλαδή καλά την μεσιά όπως λέμε στην ντοπιολαλιά. Όμως κι αυτό… δεν γινόταν πάντα. Έτσι μια φορά που το ζώο ξεκίνησε με τα δύο αδέλφια πάνω του τους άφησε στα δεξιά του, μαζί με το σαμάρι, μετά τα πρώτα δύο - τρία μέτρα που διάνυσε και στην συνέχεια γύρισε το κεφάλι και τους κοίταζε.
Ιστορικές σ’ αυτό το σπίτι όμως, έμειναν οι λαγοδρομίες, όπως τις αποκαλούσαμε. Η οικογένεια, στο πίσω μέρος της αυλής είχε και κουνέλια και μάλιστα αρκετά. Πρέπει να ήταν πάνω από είκοσι και διαφόρων χρωμάτων και μεγεθών. Κατά την διάρκεια της ημέρας γύριζαν στο κτήμα αλλά όταν πλησίαζε το βράδυ έπρεπε να πάνε σε κλειστό χώρο για να μην υπάρχει κίνδυνος για την ζωή τους. Το θέμα ήταν ότι δεν πήγαιναν μόνα τους αλλά έπρεπε κάποιος να τα πιάσει και να τα βάλει μέσα.
Έτυχε μια φορά να είμαι εκεί την ώρα που θα γινόταν αυτή η διαδικασία και με φώναξαν να βοηθήσω. Ενθουσιάστηκα και μετέφερα την είδηση και στην υπόλοιπη παρέα. Έτσι τις επόμενες μέρες, μαζευόμασταν όλοι εκεί αυτή την ώρα και οι σκηνές που ακολουθούσαν δεν … περιγράφονται!
Ξαφνικά ένα τεράστιο γκρίζο σύννεφο έκανε την εμφάνιση του πάνω από τον Κάμπο. Τα κουνέλια άρχιζαν να τρέχουν σαν τρελά, εμείς ξοπίσω τους σαν … λαγοί, οι κότες να κακαρίζουν, το γαϊδούρι να κλωτσάει, ο σκύλος να γαβγίζει, οι γονείς των παιδιών να φωνάζουν! Εμείς να τρέχουμε και να φωνάζουμε, ο ένας στον άλλο, αλλά και να τρακάρουμε ο ένας με τον άλλο, μέσα στην σκόνη, ανάμεσα σε μπάλες από τριφύλλι, σε ελαιόδεντρα και σε ιπτάμενα φτερά από κότες!
Κάποια στιγμή όμως τελειώνανε όλα, αφού τα ζώα είχαν πιαστεί και ήταν στην θέση τους. Ήμουν παρών σ’ αυτή την διαδικασία τόσες φορές κι απ’ ότι θυμάμαι, ανάθεμα αν έπιασα ποτέ κανένα κουνέλι!
Μια φορά παρατήρησα μέσα στον χαμό, τρεις φίλους μου που κυνηγούσαν ένα γύρω από μία ελιά, στην ρίζα της οποίας είχε μια μπάλα με τριφύλλι. Αφού κάνανε αρκετούς κύκλους γύρω από το δέντρο και είδα πως το κουνέλι δεν άλλαζε πορεία, αποφάσισα να του στήσω καρτέρι, ανεβαίνοντας πάνω στην μπάλα. Όταν πέρασε από μπροστά μου, βούτηξα αλλά αυτό με… αγνόησε, όχι όμως και τα παιδιά που πέρασαν από πάνω μου προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος.
Μια μέρα βρέθηκα στο σπίτι αυτό λίγο πιο νωρίς από την προγραμματισμένη ώρα που θα λάμβαναν χώρα οι λαγοδρομίες. Ο μικρός αδελφός ήταν στην κουζίνα, στο ισόγειο και έτρωγε. Ο μεγάλος επέστρεφε από κάπου αυτή την ώρα.
Μπήκε στην κουζίνα και αντάλλαξε κάποιες κουβέντες με τον άλλο. Ξαφνικά ακούστηκε από μέσα ένας γνώριμος ήχος, ο ήχος της σφαλιάρας! Σε κλάσματα του δευτερολέπτου, ο μεγάλος βγήκε πανικόβλητος από το δωμάτιο και ξοπίσω του ο μικρός να τον κυνηγάει, πετώντας του θυμάμαι, το πιρούνι και το ψωμί. Καθώς έτρεχε ο πρώτος, γλίστρησε στην αυλή, αφού η μητέρα του είχε βρέξει το χώμα και υπήρχαν λάσπες αλλά και λακκούβες με νερό. Έσκασε σε μία από αυτές τις τελευταίες και σηκώθηκε… νέγρος.
Ταυτόχρονα αντιστράφηκαν οι ρόλοι κι άρχισε να κυνηγάει αυτός τον μικρότερο. Ο ένας πίσω από τον άλλο διέσχισαν την αυλή, ανέβηκαν την σκάλα και χάθηκαν μέσα στο υπνοδωμάτιο. Για περίπου τρία λεπτά της ώρας άκουγα χτυπήματα, σπασίματα και κραυγές πόνου, χωρίς να βλέπω τι συμβαίνει. Βγήκε πρώτος από την πόρτα ο μικρός και αμέσως τον ακολούθησε κι ο μεγαλύτερος, ο οποίος είχε ασπρίσει ξανά. Ο πρώτος δρασκέλισε την αυλή και βγήκε στον δρόμο. Έτρεξε και απομακρύνθηκε από την είσοδο του σπιτιού περίπου σαράντα μέτρα. Ο δεύτερος στήθηκε μπροστά σ’ αυτήν και άρχισαν να ανταλλάσουν κάποιες φιλοφρονήσεις. Φιλοφρόνηση στην φιλοφρόνηση ο μικρότερος και απομακρυσμένος από το σπίτι, έσκυψε και πήρε μια πέτρα. Σημάδεψε και την πέταξε.
Ήταν η ώρα που η μητέρα των δύο παιδιών αποφάσισε να βγει στον δρόμο για να τους χωρίσει. Την στιγμή που μπήκε ανάμεσα τους, η πέτρα είχε κάνει δύο χτυπήματα στο έδαφος, και τελικά σταμάτησε στον αστράγαλο της. Η γυναίκα έγειρε πάνω στον ένα τοίχο, φωνάζοντας στον μικρό ότι την σκότωσε και προλαβαίνοντας να του πει μερικές … ευχές. Εκείνος πήρε και δεύτερη πέτρα, την πέταξε, έκανε κι αυτή δύο χτυπήματα στο έδαφος και χτύπησε στον αστράγαλο του αδελφού του αυτή την φορά. Έγειρε κι αυτός με την σειρά του στον άλλο τοίχο, φωνάζοντας από τον πόνο και ταυτόχρονα άρχισε να λέει περισσότερες … ευχές στον μικρό από αυτές που είχε πει η μητέρα του, πριν από λίγο!
Ήταν η στιγμή να πατήσω πετάλι και να απομακρυνθώ από το σημείο γιατί ο ελεύθερος σκοπευτής από απέναντι μπορεί να έπιανε και τρίτη πέτρα και δυστυχώς ήμουν ο μοναδικός όρθιος στόχος.
Έφτασα στο σπίτι με ανάμικτα συναισθήματα αφού από την μία ήμουν παρών σε ένα σπάνιο περιστατικό αλλά από την άλλη θα έχανα αυτή την μέρα τις… λαγοδρομίες!
Θεολόγος
1 files, last one added on Nov 23, 2024 Album viewed 0 times
|
|
|
15 albums on 4 page(s) |
|
4 |
|
Random files - Θεολόγος Ραλλίδης - Ιστορίες του Κάμπου |
0 views
|
|
0 views
|
|
1 views
|
|
1 views
|
|
0 views
|
|
2 views
|
|
2 views
|
|
0 views
|
|
Last additions - Θεολόγος Ραλλίδης - Ιστορίες του Κάμπου |
4 viewsNov 23, 2024
|
|
3 viewsNov 23, 2024
|
|
3 viewsNov 23, 2024
|
|
2 viewsNov 23, 2024
|
|
2 viewsNov 23, 2024
|
|
3 viewsNov 23, 2024
|
|
0 viewsNov 10, 2024
|
|
0 viewsNov 10, 2024
|
|
|
|