Ιστορίες του Κάμπου Νο6
- Written by Super User
- Be the first to comment!

Κυρίαρχα κομμάτια του Κάμπου είναι φυσικά, η θάλασσα και η μεγάλη παραλία του. Για όσα καλοκαίρια έμενα εκεί, τα σημεία αυτά μας φιλοξένησαν πάρα πολλές φορές. Τώρα δυστυχώς που οι επαγγελματικές υποχρεώσεις είναι αυξημένες και κυρίως τους θερινούς μήνες, οι επισκέψεις είναι περιορισμένες. Κάθε καλοκαίρι όμως θα προσπαθήσω να ξεκλέψω κάποιες ώρες και να τις αφιερώσω σ’ αυτό το μέρος. Όποτε πάω στην παραλία, κάθομαι στην άμμο και γυρίζω το βλέμμα δεξιά κι αριστερά. Όπου κι αν κοιτάξω βλέπω εικόνες. Εικόνες, που αν και πέρασαν τόσα χρόνια, είναι σαν να είναι σημερινές. Είναι ένα μέρος που μου προσφέρει - κάτι που έχω πολύ ανάγκη – ανάσες!
Εικόνες λοιπόν με φίλους, με παρέες, με μπάνιο, με παιχνίδι, με βόλτες τη νύχτα στην παραλία. Εκεί μάθαμε κολύμπι πολλοί από εμάς, εκεί τρέξαμε, παίξαμε, γελάσαμε. Εκεί πηγαίναμε πολλά βράδια και καθόμασταν, ανάβοντας φωτιά, με μία μπύρα και κασετόφωνο. Εκεί κυνηγούσαμε τα τεράστια κύματα ή κυνηγούσαν αυτά εμάς. Εκεί πηγαίναμε με μια μπάλα στο χέρι τα μεσημέρια. Εκεί παίζαμε ρακέτες, όχι όπως παίζουν οι κανονικοί άνθρωποι, αλλά κάτι σαν τένις, προσπαθώντας ο ένας να … σκοτώσει τον άλλον. Εκεί καταστρώναμε πολλές φορές τα σχέδια, για το τι θα κάνουμε το βράδυ. Βλέπεις τηλέφωνα δεν υπήρχαν τότε, όχι κινητά αλλά ούτε και σταθερά, τουλάχιστον για κάποια χρόνια. Γενικά ένας τόπος με πολύ ευχάριστες αναμνήσεις και νομίζω πως έτσι είναι όχι μόνο για μένα, αλλά για όλη την τότε παλιοπαρέα.
Έχω παρατηρήσει όμως, ότι σε κάθε σημείο του Κάμπου που συχνάζαμε τότε, υπάρχει και μια περιπέτεια. Έτσι και αυτό το μέρος δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση.
Ο μήνας ήταν Σεπτέμβριος και ο πολύς κόσμος είχε φύγει. Με έναν φίλο μου, πηγαίναμε και κάναμε κάποια απογευματινά μπάνια. Ίσως αυτά μάλιστα να ήταν και τα καλύτερα που έχω κάνει. Η θάλασσα ήταν να την πιεις … στο ποτήρι.
Μία μέρα ωστόσο είχε λίγη φουρτούνα. Κάναμε μπάνιο στην αριστερή πλευρά της παραλίας προς την πλευρά που εμείς ονομάζουμε φυκιότρυπες. Απ’ ότι έχω ακούσει ονομαζόταν παλιότερα φωκιότρυπες επειδή είχε φώκιες και με την πάροδο των ετών πήρε αυτή την ονομασία.
Όταν βγήκαμε κάποια στιγμή στην παραλία είδαμε ένα γαϊδούρι να βρίσκεται εκεί. Ο φίλος μου σκέφτηκε να το οδηγήσει προς την θάλασσα για να δει αν μπορεί να κολυμπήσει. Μετά από λίγο το ζώο ήταν εντός του νερού και παρατηρήσαμε ότι κολυμπούσε σαν … δελφίνι.
Είχα ακούσει πως όλα τα τετράποδα ξέρουν κολύμπι, αλλά αυτό είναι ένα ακόμα θαύμα της φύσης. Πως δηλαδή ένα ζώο που μπορεί να μην έχει μπει ποτέ στη ζωή του στο νερό, με το που μπαίνει για πρώτη φορά, ξέρει να κολυμπήσει τέλεια. Ο άνθρωπος σίγουρα δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Θέλει τον χρόνο του και την κατάλληλη εκπαίδευση.
Το γαϊδούρι λοιπόν όχι μόνο κολυμπούσε καλά, αλλά κολυμπούσε και γρήγορα. Συνέπεια αυτού του γεγονότος ήταν να αρχίσει να ξανοίγεται και να απομακρύνεται από την παραλία σύντομα. Μέχρι να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει είχε απομακρυνθεί αρκετά. Ταυτόχρονα κάποιος κάτοικος της περιοχής που έβλεπε τα διαδραματιζόμενα γεγονότα κατέφθασε στην παραλία και μας έβαλε τις φωνές για αυτό που κάναμε. Ο φίλος μου βούτηξε αμέσως στο νερό με σκοπό να το οδηγήσει πίσω στην ξηρά.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν και τόσο απλά. Το ζώο ήταν αρκετά μακριά και η θάλασσα άρχισε να αγριεύει κι άλλο. Τελικά το πλησίασε στα ανοιχτά και άρχισε την προσπάθεια για να το επαναφέρει.. Μια προσπάθεια που μόνο εύκολη δεν ήταν, αφού υπήρχαν κάποιοι παράγοντες σημαντικοί, που έπρεπε να υπερνικηθούν. Η φουρτούνα της θάλασσας, το βάθος της, η κούραση και το κυριότερο ήταν ότι το γαϊδούρι ήταν τυφλό! Αυτό το τελευταίο είχε σαν αποτέλεσμα να μην ξέρει που είναι η στεριά για να επιστρέψει. Έτσι οι δυο τους άρχισαν να κάνουν κάτι κύκλους αρκετά ανοιχτά, ξεπερνώντας την «μύτη» της στεριάς που φαίνεται στην φωτογραφία και με κίνδυνο να αρχίσουν να πλησιάζουν προς το νησί. Ο κίνδυνος ένας από τους δύο να πνιγεί (κι αυτός σίγουρα δεν θα ήταν το γαϊδούρι) ήταν ορατός.
Ο φίλος μου ήταν αδύνατο να τα καταφέρει μόνος του, κυρίως επειδή το ζώο δεν έβλεπε. Με φώναξε για να τον βοηθήσω και βούτηξα. Μόλις έφτασα κοντά, μου έδωσε οδηγίες για το πώς θα το βγάλουμε έξω, αφού είχε καταλάβει τι έφταιγε. Έτσι πλευρίσαμε το ζωντανό, ένας από κάθε πλευρά και τα πράγματα έγιναν πιο εύκολα. Μετά από δεκαπέντε περίπου λεπτά της ώρας κι ενώ είχε αρχίσει να νυχτώνει, σώοι και οι τρεις πατούσαμε ξανά ξηρά. Αφού πήραμε τις απαιτούμενες ανάσες και αφού συνειδητοποιήσαμε τι είχε συμβεί, αποφασίσαμε να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι.
Κάποιες φήμες που ακούγονται, πως πριν αποχωρήσουμε από την παραλία, ασχοληθήκαμε για λίγο με το ζώο, ελέγχονται…
Όπου κι αν βρίσκεται η ψυχή του αυτή την στιγμή, ας μας συγχωράει , γιατί κι εμείς, παιδιά ήμασταν τότε.
Θεολόγος